Προτού
προβούμε σε αξιολόγηση του επιπέδου που έχουν κατακτήσει τα παιδιά στον τομέα
των εικαστικών, κρίνεται σκόπιμο να γνωρίζουμε τα στάδια του παιδικού σχεδίου.
Ειδικότερα:
Τα Στάδια του Παιδικού
Σχεδίου
Γύρω στην ηλικία των 1,5 με 2 ετών παρατηρούνται οι πρώτες
απόπειρες του παιδιού να εκφραστεί εικαστικά. Σε αυτή τη φάση μιλάμε για το
στάδιο του “μουντζουρώματος” ή “μουντζουρογραφήματος”. Πρόκειται για ένα σχέδιο
που αποτελείται από αλλεπάλληλες κυκλοειδείς γραμμές, διατεταγμένες σαν γύρω
από έναν αόρατο κεντρικό πυρήνα, οι οποίες σταδιακά γίνονται κυκλικές ή
ελλειψοειδής και πιο συγκεντρωμένες γύρω στον άξονά τους
Σε ένα δεύτερο στάδιο το παιδί αρχίζει να διασπείρει τα γραφικά
του ίχνη στη διαθέσιμη επιφάνεια με μάλλον μεθοδικό και σκόπιμο τρόπο. Σε αυτή
τη φάση αρχίζουμε να διακρίνουμε μερικές κυκλικές, μάλλον κλεισμένες ή
άκλειστες, γραμμές αλλά και σπειροειδείς, κατσαρές, ευθείες ή περίπου ευθείες.
Πρόκειται για το στάδιο του λεγόμενου “ορνιθοσκαλίσματος” (gribouillage).
Στην ηλικία των 3 ετών περίπου το παιδικό σχέδιο διαφοροποιείται
καθώς τα παιδιά αρχίζουν να αναγνωρίζουν πως οι γραμμές τους μπορούν να
αναπαριστούν κάτι. Σε αυτό το στάδιο τα παιδιά αρχίζουν να σχεδιάζουν κύκλους ή
ελλείψεις, χωρίς τις σπείρες και τις γραμμές που γέμιζαν τις μουτζούρες τους.
Μάλιστα από το τέταρτο έτος σημειώνεται αξιόλογη πρόοδος στην
απόδοση της μορφής των αντικειμένων και
των ανθρώπων και παρατηρείται
μεγαλύτερη συμμόρφωση και προσαρμογή στο πρότυπο. Σε αυτή τα φάση όμως το
παιδί δε ενδιαφέρεται ακόμη για τις πραγματικές αναλογίες των μορφών, στις
οποίες αποδίδει τις λεπτομέρειες που εκείνο θεωρεί χαρακτηριστικές. Επίσης τώρα
κάνουν την εμφάνιση τους κι άλλα σύμβολα, όπως το τετράγωνο και ο σταυρός.
Κατά τον Luquet βρισκόμαστε
στο στάδιο του “αποτυχημένου ή
άστοχου ή παραδρομισμένου ρεαλισμού”. Πρόκειται για την περίοδο των “μορφικών
συμβόλων”. Καθώς το παιδί “ανακαλύπτει” μέσα στα μπερδεμένα σύνολα του
προηγούμενου σταδίου μορφές, προσπαθεί να τους προσδώσει γενικά χαρακτηριστικά
και έτσι, στο τρίτο περίπου έτους, εμφανίζει το πρώτο σύμβολο, μια αναπαράσταση
μ’ άλλα λόγια ενός αντικειμένου στα πολύ γενικά του χαρακτηριστικά. Γι’ αυτό
και διακρίνονται δυσαναλογίες, τοπολογικά σφάλματα, απόδοση πρόσθετων στοιχείων
που στην πραγματικότητα είναι ανύπαρκτα κ.ά.
Από την άλλη σταδιακά καθώς τα παιδιά αποκτούν εμπειρία στο
σχέδιο συνήθως υιοθετούν στερεότυπους τρόπους αναπαράστασης αντικειμένων. Σε
αυτό το στάδιο λοιπόν εμφανίζονται κάποια χαρακτηριστικά σύμβολα : ο άνθρωπος,
το σπίτι, το δέντρο κ.ά. Μάλιστα συχνά στα σχέδια των παιδιών παρατηρούνται
συνδυασμοί αναπαραστάσεων ανθρώπων και πραγμάτων σε μια προσπάθεια δημιουργίας
σκηνών ή και αποτύπωσης ποικίλων εμπειριών.
Εξίσου αξιοπρόσεχτο είναι το γεγονός ότι μεταξύ τεσσάρων και
πέντε ετών το παιδί μας προετοιμάζει γι’ αυτό που πρόκειται να ζωγραφίσει
δηλώνοντάς το προκαταβολικά. Μάλιστα είναι χαρακτηριστικό το ότι κατά την
απόδοση των μορφών το παιδί ακολουθεί έναν βασικό τρόπο που θα τον ονομάζαμε
“απαρίθμηση” ή “συσσώρευση”. Ειδικότερα το παιδί δεν νοιάζεται τόσο
αν το σχέδιο του μοιάζει με το πραγματικό πρότυπο όσο αν έχει όλα τα
χαρακτηριστικά στοιχεία που πρέπει.
Τα
“Σύμβολα” στο Παιδικό Σχέδιο
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα απεικονιστικά σύμβολα που
εντοπίζονται στο παιδικό σχέδιο (ήλιος, άνθρωπος, σπίτι, δέντρο κ.ά.) και τα
οποία μάλιστα είναι όμοια σε όλες τις χώρες, όπως προκύπτει από σχετικές
έρευνες. Ειδικότερα το παιδικό σχέδιο ξεκινάει από απλές φόρμες (κύκλοι,
τετράγωνά κ.ά.) που σταδιακά συνδυάζονται για τη διαμόρφωση παραστατικών
συμβόλων. Έτσι μπορούμε να ισχυριστούμε ότι η παιδική γραφική δεν είναι
αφηρημένη αλλά κυρίως αφηγηματική και απεικονιστική.
Ο
“άνθρωπος”
Σύμφωνα με πολλούς ερευνητές η πρώτη απλή αναπαράσταση του
ανθρώπου εμφανίζεται περίπου στην ηλικία των τριών ετών (Lurcat 1988). Μάλιστα έχει
υποστηριχθεί ότι αυτή η πρώτη απεικόνιση του ανθρώπου έχει πανομοιότυπο σχήμα
σε παγκόσμια κλίμακα. Πρόκειται γι’ αυτό που αποκάλεσαν “γυρίνο” (tetard) και στο οποίο το κεφάλι είναι δυσανάλογο
συγκριτικά με το υπόλοιπο σώμα. Γι’ αυτό και συχνά αποκαλείται “κεφάλας” και
αποτελείται από ένα ωοειδές ή κυκλικό σχήμα για κεφάλι ενώ απουσιάζει ο κορμός.
Ειδικότερα αποτελείται από έναν κύκλο σε γενικές γραμμές κλειστό
και πετυχημένο, απ’ τον οποίο εκτείνονται δύο γραμμές με μάλλον κάθετη κατεύθυνση
και δύο άλλες που στις περισσότερες περιπτώσεις απλώνονται οριζόντια, δεξιά και
αριστερά, για χέρια. Βαθμιαία επίσης ξεχωρίζουν και δάχτυλα από το βραχίονα,
διχαλωτά σαν “πόδια κότας”. Παράλληλα στον κύκλο που παριστάνει το κεφάλι
εμφανίζονται τα κύρια χαρακτηριστικά του προσώπου, τα οποία αποδίδονται συνήθως
με τελείες και γραμμές, αλλά και με μικρούς κύκλους, σε απλή όμως και
στοιχειώδη μορφή : πρώτα τα μάτια, στη συνέχεια το στόμα και τέλος η μύτη.
Ένα εξίσου αξιόλογο γεγονός είναι το ότι σημειώνεται μια συνεχής
συσσώρευση ή επιπρόσθεση (“απαρίθμηση”-“enumeration”) στοιχείων στην αρχική μορφή
του ανθρώπου. Μ’ αυτόν τον τρόπο φτάνουμε στην πρώτη απεικόνιση του “θώρακα”,
ενός δεύτερου ωοειδούς σχήματος που συνάπτεται με αυτό του κεφαλιού αλλά είναι
μεγαλύτερο. Μ’ αυτόν τον τρόπο περνάμε από τον “άνθρωπο-γυρίνο” στον
“ανθρωπάκο”.
Πρόκειται για μια πιο εξελιγμένη και πιο επεξεργασμένη μορφή
ανθρώπου που αποκτά μια σχετική ευκαμψία και μπορεί να πάρει διάφορες μορφές. Η εμφάνιση του θώρακα επιτρέπει τη
στήριξη των χεριών σε αυτόν, σε διάφορα ύψη, οριζόντια ή λοξά και πάντα
απομακρυσμένα από το κορμί. Όσον αφορά τα δάχτυλα, αποδίδονται συνήθως ως
κλεισμένη θηλιά ή θηλιές, σαν “πέταλα λουλουδιού”. Εξίσου χαρακτηριστική είναι
και η προσπάθεια των παιδιών να αποδώσουν τα μαλλιά όχι πλέον ως “πρόκες” ή
“ακτίνες” αλλά με ένα μουτζούρωμα ή μαύρισμα.
Στην ηλικία των πέντε ετών η γενική μορφή του “ανθρωπάκου”
υφίσταται σημαντική βελτίωση. Ειδικότερα ο θώρακας επιμηκύνεται και καταλήγει
να είναι μεγαλύτερος από το κεφάλι ενώ τα χέρια και τα πόδια γίνονται πιο
συμμετρικά. Επίσης βελτιώνεται η απεικόνιση του προσώπου : ο κύκλος του κεφαλιού
είναι πιο κλειστός ενώ τα μάτια αποκτούν το περίγραμμα και την κόρη τους. Συχνά
μάλιστα διακρίνεται κι ένα υποτυπώδης λαιμός καθώς και αυτιά που αναπαρίστανται
με ημικύκλια. Από την άλλη το σώμα του ανθρώπου σε αυτή τη φάση έχει σχήμα
παραλληλόγραμμου ή τραπεζίου αλλά συχνά και τριγώνου, ιδίως στις περιπτώσεις
που το αναπαριστώμενο πρόσωπο είναι γυναίκα. Εξίσου βελτιωμένη είναι και η
απόδοση της διακόσμησης των ρούχων που στολίζονται με τόξα, κύκλους κ.ά. σε
διάφορα χρώματα και μεγέθη.
Μετά το πέμπτο έτος η πρόοδος στην απόδοση του ανθρώπου είναι
σημαντική: οι αναλογίες μεταξύ των μερών του σώματος προσεγγίζουν περισσότερο
το κανονικό και πολλαπλασιάζονται οι λεπτομέρειες. Μάλιστα με τη βοήθεια της
γραφής συχνά η απόδοση του ανθρώπου συμπληρώνεται με διάφορες λέξεις και
φράσεις, οι οποίες έχουν κυρίως επεξηγηματικό για το περιεχόμενο του σχεδίου
χαρακτήρα. Σε αυτή τη φάση εκδηλώνεται βαθμιαία και η προσπάθεια του παιδιού να
αποδώσει την κίνηση αλλά και τον άνθρωπο σε διάφορες στάσεις (καθισμένο, με
σηκωμένα χέρια κ.ά.) και σε διάφορες δραστηριότητες.
Το “σπίτι”
Πρόκειται για ένα από τα πιο προσφιλή θέματα που συναντάμε στις
παιδικές ζωγραφιές, γι’ αυτό και έχει απασχολήσει πολλούς ερευνητές, δεδομένου
μάλιστα ότι εμφανίζεται φορτισμένο με έντονα συναισθήματα καθώς είναι το
σύμβολο του οικογενειακού περιβάλλοντος όπου διαδραματίζονται οι πρώτες
αποφασιστικές εμπειρίες.
Όπως και στην περίπτωση των άλλων βασικών θεμάτων, κατά την
αναπαράσταση του σπιτιού το παιδί φαίνεται να ακολουθεί μια γενικότερη πορεία
που καταλήγει σε μια αρκετά ρεαλιστική απόδοση του αντικειμένου. Πιο
συγκεκριμένα μπορούμε να διακρίνουμε τα παρακάτω στάδια:
Αρχικά το παιδί ζωγραφίζει το σπίτι ακολουθώντας ένα απλό
πρότυπο (modele): αναπαριστά τη στέγη
με τρίγωνο και τον δόμο με ορθογώνιο παραλληλόγραμμο. Συνήθως μάλιστα τοποθετεί
δύο παράθυρα παράλληλα μεταξύ τους στην πρόσοψη και λίγο πιο πάνω από την
πόρτα. Πρόκειται για το παραδοσιακό σπίτι, έναν μάλλον κωδικοποιημένο τύπο
κατοικίας, με γεωμετρικές γενικά γραμμές, οξύκορφη στέγη, καμινάδα που καπνίζει
και σε μερικές περιπτώσεις με ελικοειδές μονοπάτι.
Σε μια δεύτερη φάση του εξελικτικού αυτού σταδίου ο δόμος από
στενός και ψηλός ή όρθιος διαπλατύνεται. Σταδιακά μάλιστα το παιδί, κάτω από
την τριγωνική στέγη ζωγραφίζει δύο τοίχους παραλληλόγραμμους.
Γύρω στην ηλικία των 5,5 ετών το παιδί μεταβαίνει στο επόμενο
εξελικτικό στάδιο, όπου εμφανίζεται ένας δεύτερος τύπος σπιτιού. Ενώ
διατηρείται αριστερά το αρχικό σχήμα, μια παρειά της στέγης επεκτείνεται προς
τα δεξιά, καταλήγοντας μαζί με τον τοίχο σε μια ευθεία γραμμή από πάνω προς τα
κάτω. Συχνά μάλιστα στη νέα πρόσοψη του τοίχου προστίθενται παράθυρα ή
μεταφέρεται σε αυτή η πόρτα.
Σε ένα τρίτο στάδιο η στέγη απεικονίζεται με προοπτική και
ειδικότερα καταλήγει λοξά επάνω στην άκρη του δεξιού τοίχου. Υπάρχουν μάλιστα
περιπτώσεις όπου η στέγη παριστάνεται με τραπέζιο. Σταδιακά η απόδοση του
σπιτιού γίνεται όλο και πιο σύνθετη και πλησιάζει σε σημαντικό βαθμό την
πραγματικότητα.
Πέρα από τις εξελικτικές μεταβολές της μορφής του σπιτιού, παρατηρούνται
μεταβολές στον τρόπο αναπαράστασης των επιμέρους στοιχείων. Κι ενώ αρχικά το
παιδί δεν περιλαμβάνει λεπτομέρειες στο σχέδιό του, σταδιακά το σπίτι ανάγεται
σε χώρο γεμάτο αντικείμενα και πρόσωπα.
Ειδικότερα στο πρώτα στάδιο τα βασικά στοιχεία που διακρίνονται
είναι η πόρτα, τα δύο συνήθως παράθυρα και η καμινάδα. Ιδιαίτερα
χαρακτηριστικός είναι ο τρόπος τοποθέτησης της καμινάδας που ζωγραφίζεται σε
μια γωνία 90ο σε σχέση με τη γραμμή της στέγης.
Από το πέμπτο έτος και μετά προστίθενται περισσότερες
λεπτομέρειες όπως σκαλοπάτια, παραθυρόφυλλα, κουρτίνες, φώτα κ.ά. Με την πάροδο
της ηλικίας βελτιώνονται και τα στοιχεία που περιβάλλουν το σπίτι όπως είναι η
αυλή, οι δρόμοι κτλ. Ειδικότερα, ενώ αρχικά το παιδί ζωγραφίζει συνήθως το
σπίτι ξεμοναχιασμένο, με κάποιο δέντρο ή χλόη παράμερα, μετά το πέμπτο έτος
εμφανίζονται ορισμένα στερεότυπα σπίτια που δίνουν την εντύπωση συνοικισμού και
συχνά ενώνονται με διακλαδωτούς δρόμους.
Το
“δέντρο”
Το δέντρο εμφανίζεται στο σχέδιο του παιδιού σχετικά αργά, στην
ηλικία των 5 ετών περίπου, και σταδιακά αποκτά όλο και πιο σύνθετη μορφή.
Το δέντρο, έτσι όπως το αποδίδουν τα παιδιά, παρουσιάζει
εξαιρετική ποικιλία και ανθρωπομορφικές ιδιότητες ενώ προκύπτει εξελικτικά από
ήδη διαμορφωμένες “μονάδες”. Μάλιστα σύμφωνα με πολλούς ερευνητές έχει μεγάλη
συμβολική κι εκφραστική σημασία.
Σε γενικές γραμμές τα δέντρα αποδίδονται με ευθύ κι ανεπτυγμένο
κορμό με στρογγυλή και περιορισμένη στεφάνη. Πρόκειται για αυτό που αποκαλείται
συχνά “δέντρο-μπάλα” και στο οποίο μπορούμε να εντοπίσουμε πολλά ανθρώπινα
χαρακτηριστικά (ανθρωπομορφισμός) : τα κλαδιά παραπέμπουν στα ανθρώπινα χέρια,
η φυλλωσιά στο κεφάλι κτλ.
Σταδιακά το σχήμα το δέντρου εμπλουτίζεται με περισσότερες
λεπτομέρειες και συχνά διακρίνονται φρούτα ή άνθη αλλά και κλαδιά. Μάλιστα κατά
καιρούς έχουν δοθεί διάφορες ερμηνείες, όπως αυτή του Koch που θεωρεί την
απεικόνιση καρπών ως έκφραση της επιδίωξης για επιτυχία, της επιμέλειας στην
εξωτερική εμφάνιση και της προσωπικής αξίας.
Βιβλιογραφία
Cole, M., Cole, S.
(2002), Η Ανάπτυξη των Παιδιών (τόμος Β΄), Αθήνα: Τυπωθήτω-Γιώργος
Δάρδανος
Goodnow, J., Κουλουμπή-Παπαπετροπούλου, Κ. (1988), Τα
Παιδιά Σχεδιάζουν, Αθήνα: Εκδοτικές Επιχειρήσεις Π. Κουτσούμπος Α.Ε.
Γκλυν,
Τ., Άνζελ, Σ., (1997), Η Ψυχολογία του Παιδικού Σχεδίου, Αθήνα: Εκδόσεις
Καστανιώτη
Δοκουμετζίδη-Σάλλα,
Τ., (1996), Δημιουργική Φαντασία και Παιδική Τέχνη, Αθήνα: Εξάντας
Εκδοτική
Κάνιστρα,
Μ., (1991), Η Σύγχρονη Εικαστική Αγωγή στο Σχολείο, Αθήνα: Εκδόσεις
Σμίλη
Μαγουλιώτης,
Απ., (1989) Αρχή του Σχεδίου και Μέσα Έκφρασης, Αθήνα: Εκδόσεις Gutenberg
Μπέλλας,
Θρ., (2000), Το Ιχνογράφημα του Παιδιού, Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα
Ντε
Μερεντιέ, Φλ., (1981), Το Παιδικό Σχέδιο, Αθήνα: Εκδόσεις Υποδομή
Παπαδοπούλου,
Μ, (2004), Παίζοντας Τέχνη με Παιδιά, το Πρόγραμμα της Έλλης Τρίμη για
Παιδιά Προσχολικής και Σχολικής Ηλικίας, Θεσσαλονίκη : Εκδοτικός Οίκος
Αδελφών Κυριακίδη